βάζω κατά μέρος κάτι
Meaning
αποταμιεύω για έναν συγκεκριμένο σκοπό
Polarity:
Style:
Emphasis:
Greek
Corpus Examples
- Τις Κυριακές καθένας σας ας βάζει κατά μέρος χρήματα, μαζεύοντάς τα έτσι, ανάλογα με τα έσοδά του, ώστε να μη γίνονται συνεισφορές όταν έρθω. acceptable https://ebible.gr/tgv/fnd.μαζευοντας
- Η διεύθυνση της VW έβαλε κατά μέρος ένα ποσό 6,5 δισεκατομμυρίων ευρώ για την κάλυψη του κόστους του σκανδάλου, όμως αναλυτές προβλέπουν πως το πραγματικό κόστος θα είναι πολύ υψηλότερο. acceptable https://www.naftemporiki.gr/printStory/1011987
- ο ποιμένας, συναισθανόμενος την υποχρέωσή του για τη σωστή διαχείριση των χρημάτων, θα βάλει κατά μέρος ένα μέρος από το δέκατο για άλλες διακονίες της εκκλησίας. acceptable https://epistoligr.blogspot.com/2015/06/i-eyite.html
- Όμως εκείνος που πρώτος θέρισε σιτηρά, τα χτύπησε, ξεχώρισε τους σπόρους και τους έβαλε κατά μέρος για να τους σπείρει την επόμενη άνοιξη, acceptable https://www.naftemporiki.gr/story/1784320/eu-epixeirein-ston-kosmo-pou-erxetai
- Κι ενώ έπλενε, έβαλε κατά μέρος δυο κομμάτια πανί. Ο ράφτης θύμωσε τόσο πολύ που άρπαξε το χρυσό σκαμνάκι και το πέταξε καταπάνω της μ' όλη του τη δύναμη. acceptable http://www.sgtogias.com/index.php/%CE%9F_%CE%A1%CE%91%CE%A6%CE%A4%CE%91%CE%9A%CE%9F%CE%A3_%CE%A3%CE%A4%CE%9F%CE%9D_%CE%9F%CE%A5%CE%A1%CE%91%CE%9D%CE%9F
Relations
Usages
βάζω | vazo | | | | 0 | VbMnIdPr01SgXxIpAvXx |
κατά | kata | | | | 3 | AsPpSp |
μέρος | meros | | | | 6 | NoCmNeSgAc |
κάτι | kati | | | | 9 | PnIdXxXxXxXxXx |
Forms
Diagnostics